Αντιμέτωπος μ’ έναν αληθινό άθλο, δηλαδή τη διασκευή ενός αληθινού αριστουργήματος της παγκόσμιας λογοτεχνίας -το «Έγκλημα και Τιμωρία» του Ντοστογιέφσκι-, ο καζακστανός δημιουργός προχώρησε σε μια καθοριστική κίνηση: τοποθέτησε την ιστορία στο σήμερα, μέσα στην ραγδαία μεταβαλλόμενη κοινωνική πραγματικότητα της χώρας του.
Ο ήρωας είναι ένας φοιτητής φιλοσοφίας. Όντας ευαίσθητος παρατηρητής του περίγυρού του, βιώνει μ’ ένα τρόπο εσωτερικό την περιρρέουσα ατμόσφαιρα: η χώρα ζει πλέον σε ρυθμούς ενός «άγριου» καπιταλισμού. το κοινωνικό τοπίο σχεδιάζεται με τόνους σκοτεινούς: μαφία, νεοπλουτισμός, η επικράτηση του νόμου του ισχυρότερου. Μέσα σ’ ένα τέτοιο κοινωνικό τοπίο ότι επιφυλάσσεται για τον αδύναμο και τον ευαίσθητο είναι ο αποκλεισμός και η συντριβή. Έκπληκτος μπροστά στη διάχυτη χυδαιότητα και βαρβαρότητα που επικρατεί, ο ήρωας αποφασίζει να αντιδράσει μ’ ένα τρόπο ενστικτώδη, βίαιο και απολύτως παράλογο: σκοτώνει τον ιδιοκτήτη ενός συνοικιακού μπακάλικου και μια πελάτισσα. Όπως είναι μάλλον αναπόφευκτο ο ήρωας πρέπει να αναμετρηθεί με τη βαρβαρότητα της πράξης του και τις ερινύες…
Ο σκηνοθέτης επιλέγει ένα λιτό, απέριττο ύφος, χωρίς ίχνος ψιμύθιων. Κινηματογραφεί τον κεντρικό χαρακτήρα, καθώς κινείται μέσα σε μια κοινωνία, όπου η ηθική απουσιάζει. Ότι τον χαρακτηρίζει σαν χαρακτήρα είναι ένα ευαίσθητο βλέμμα απέναντι στον άλλο-όσο παράδοξο και αν ηχεί αυτό για έναν δολοφόνο. Η διάπραξη των φόνων μοιάζει ως μια κραυγή απελπισίας απέναντι στο ηθικό έλλειμμα, απέναντι στον αποκλεισμό και τη σύνθλιψη (ψυχολογική και συναισθηματική) που βιώνει. Αιχμάλωτος των ερινυών και της ηθικής βαρύτητας της αποτρόπαια πράξης, ο ήρωας είναι μπροστά σ’ ένα αδιέξοδο ηθικής τάξης. Η έξοδος του απ’ αυτό κορυφώνει τη δράση σ’ αυτή την ταινία. Η «Θεια Χάρις», με την οποία έρχεται σ’ επαφή, έχει την αγγελική μορφή μιας νεαρής κοπέλας. Στο απολύτως μπρεσσονικό τέλος της ταινίας, με τον ήρωα έγκλειστο στη φυλακή, αναγνωρίζουμε ένα άνθρωπο συμφιλιωμένο πλέον με τον εαυτό του και τον κόσμο.
Δημήτρης Μπάμπας