του Gonzalo Tobal
villeg.jpg

Σ’ αυτή την γλυκόπικρη στην επίγευσή της, ταινία από την Αργεντινή, η σκηνοθεσία εστιάζειι σε δύο πρόσωπα που έρχονται αντιμέτωπα με τις προκλήσεις της ενήλικης ζωής.
Με διαφορετικές πλέον κατευθύνσεις στη ζωή, τα δύο ξαδέλφια επιστρέφουν πίσω στη πόλη που μεγάλωσαν, για να αποτίσουν το τελευταίο φόρο τιμής στον παππού τους. Όμως η επιστροφή πίσω στην πατρίδα, κρύβει κάποιες απρόοπτες εκπλήξεις και για τους δύο: καταρχάς θα έρθουν αντιμέτωποι με τη νοσταλγία της παιδικής ηλικίας και τα κρυμμένα μυστικά της. Όμως, ταξιδεύοντας μαζί και αντιμέτωποι με τα συνήθη απρόοπτα ενός ταξιδιού,τα δύο ξαδέλφια θα ανακαλύψουν ξανά όχι μόνο όσα τους ενώνουν- δηλαδή την κοινή παιδική τους ηλικία- αλλά και όσα τους χωρίζουν: δηλαδή τις διαφορετικές επιλογές που έκαναν ήδη στη ζωή. Και είναι ακριβώς από δω που πηγάζουν όλες οι εντάσεις και συγκρούσεις της δραματικής πλοκής.
Ο πρωτοεμφανιζόμενος σκηνοθέτης στην οπτική του, καθώς σχεδιάζει τους δύο χαρακτήρες αρνείται να υιοθετήσει μια ηθικολογική οπτική. Απεικονίζοντας τους με καθαρές και δυνατές πινελιές, τους αντιμετωπίζει ως δύο εκφραστές αντίθετων οπτικών για τη ζωή. Αν και αναμφίβολα προκρίνει, από τους δύο, αυτόν που διαθέτει μια χαλαρή στάση για τη ζωή, ωστόσο σχεδιάζει και τον άλλο με συμπάθεια. Ότι βρίσκεται στο κέντρο της δραματικής πλοκής είναι μια διαδικασία μετάβασης: από την ανεμελιά της νεανικής  ζωής στις ευθύνες (συναισθηματικές και όχι μόνο) της  ενήλικης ζωής. Και γι’ αυτή τη μετάβαση τα δύο κεντρικά πρόσωπα μας υποδεικνύουν δύο διαφορετικούς και εκ διαμέτρου αντίθετους δρόμους. Εν τέλει, απέναντι στη τρομακτική πραγματικότητα της ενήλικης ζωής, αυτή η αναγκαστική επιστροφή στους τόπους της παιδικής ηλικία λειτουργεί αναμφίβολα καταπραϋντικά και ανακουφιστικά.

Δημήτρης Μπάμπας